Σελίδες

Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2014

Οι στρεβλώσεις στην ελληνική εκπαίδευση



Σε ποιο σχολείο θα φοιτήσει το παιδί; Ο λογαριασμός μιας ΔΕΚΟ του σπιτιού τους δίνει την απάντηση στους νέους γονείς, οι οποίοι δεν μπορούν να επιλέξουν ένα οποιοδήποτε καλό δημόσιο σχολείο κοντά τους, αλλά πρέπει να στείλουν το παιδί τους στο δημόσιο σχολείο όπου «ανήκουν» με βάση τους λογαριασμούς των ΔΕΚΟ. Το κριτήριο επιλογής σχολείου είναι καθαρά τοπικό – κάτι που αποτελεί την πρώτη στρέβλωση στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Και δεν είναι η μόνη. Συχνά ακούγονται φωνές υπέρ της αύξησης της χρηματοδότησης της δημόσιας εκπαίδευσης προς όφελός της, την ίδια στιγμή που όλοι συναινούν ότι τις τελευταίες δεκαετίες -δηλαδή ακόμη και τις χρονιές της μεγάλης δημοσιονομικής ευμάρειας- το ελληνικό σχολείο παρέμενε σε τέλμα. 

Το ίδιο καταδεικνύουν και οι επιδόσεις των Ελλήνων μαθητών στην κορυφαία δοκιμασία της εκπαιδευτικής τους διαδρομής – τις πανελλαδικές εξετάσεις για την εισαγωγή στα ΑΕΙ, όπου ο ένας στους τρεις υποψηφίους δεν ξεπερνά τη βάση του 10. Αλλά και στους διεθνείς διαγωνισμούς. Στον τελευταίο (του 2012) διαγωνισμό PISA του ΟΟΣΑ, οι επιδόσεις των μαθητών της χώρας μας χειροτέρεψαν σε σύγκριση με το 2009 και στους τρεις τομείς (Κατανόηση Κειμένου, Μαθηματικά, Φυσικές Επιστήμες), ενώ παραμένουν στάσιμες την τελευταία δεκαετία. «Η σχολική επίδοση εξαρτάται από την ποιότητα της διδασκαλίας, το υπόβαθρο και τη σύνθεση του κορμού των μαθητών ενός σχολείου», αναφέρει η συγκριτική ανάλυση της δημόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα, που έκανε το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) και παρουσιάζει σήμερα η «Κ».


Το μέγα ζητούμενο αυτή τη στιγμή για την Ελλάδα είναι να βελτιώσει το εκπαιδευτικό της σύστημα σε ένα περιβάλλον μείωσης των κρατικών κονδυλίων. Και γι’ αυτό, δύο είναι τα κρίσιμα ζητήματα: η οργάνωση του εκπαιδευτικού έργου και οι τρόποι χρηματοδότησης των σχολείων.

Οι επιδόσεις

Συγκεκριμένα, όπως παρατηρεί η έρευνα του ΙΟΒΕ, στις χώρες του ΟΟΣΑ οι επιδόσεις των μαθητών των ιδιωτικών σχολείων είναι καλύτερες εκείνων των δημόσιων σχολείων. Τη διαφορά την κάνει η χρηματοδότηση. «Το όφελος της ιδιωτικής εκπαίδευσης σε σχέση με τα δημόσια σχολεία απορρέει σε μεγάλο βαθμό αφενός από τα υψηλά επίπεδα αυτονομίας στον καθορισμό του προγράμματος σπουδών τους και την κατανομή των πόρων και αφετέρου από την ικανότητα προσέλκυσης μαθητών με καλύτερο κοινωνικο-οικονομικό υπόβαθρο. Ετσι, σε πολλές περιπτώσεις, είναι οι ίδιοι οι μαθητές που κάνουν τη διαφορά, αλλά και οι καλύτερες υποδομές σε όρους προγράμματος σπουδών και αυτονομίας, που έλκουν τους καλύτερους μαθητές», λέει η έρευνα (στην ερευνητική ομάδα μετείχαν οι Φωτεινή Θωμαΐδου και ο Κωνσταντίνος Πέππας).

Αρα είναι μύθος ότι από μόνη της η αύξηση της χρηματοδότησης μπορεί να αποτελέσει το... εισιτήριο για ένα καλύτερο σχολείο. Απαιτούνται δομικές αλλαγές, που ξεκινούν από το πρόγραμμα σπουδών, τα βιβλία και φθάνουν στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών. Βέβαια, ας μη γελιόμαστε... Το ελληνικό κράτος οφείλει να αντιμετωπίσει με σοβαρότητα τις επιπτώσεις της μείωσης της χρηματοδότησης. Ουσιαστικά, όπως αναφέρει ο διευθυντής ερευνών του ΙΟΒΕ, Αγγελος Τσακανίκας, «η ανάγκη προσαρμογής στα νέα οικονομικά δεδομένα οφείλει να ανακινήσει τον διάλογο σχετικά με την αναζήτηση νέων μορφών χρηματοδότησης της εκπαίδευσης, δημόσιας και ιδιωτικής».

7.197 ευρώ το μέσο κόστος του μαθητή Γυμνασίου

Λίγο πάνω από τις 5.000 τον χρόνο κοστίζει ένας μαθητής δημοσίου Γυμνασίου στο ελληνικό κράτος. Κατά περίπου 2.000 ευρώ περισσότερα (ακριβές ποσό 7.197 ευρώ) είναι πιο «ακριβός» (για τους γονείς του) ο αντίστοιχος μαθητής του ιδιωτικού Γυμνασίου. Πρόκειται για το υψηλότερο κόστος μαθητή, αφού στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση ένας μαθητής δημοσίου σχολείου κοστίζει 3.763 ευρώ και ενός ιδιωτικού 5.801 ευρώ. Το κόστος ανά μαθητή είναι διαχρονικά μικρότερο στη δημόσια σε σχέση με την ιδιωτική εκπαίδευση, ενώ η διαφορά τους παραμένει σχετικά σταθερή την περίοδο 2008-2011, με μικρές αυξομειώσεις. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έρευνα του ΙΟΒΕ, παρατηρούνται τα ακόλουθα:

• Η μέση ετήσια δαπάνη ανά μαθητή για την προσχολική, πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια δημόσια εκπαίδευση για την περίοδο 2008-2011 είναι ίση με 4.585 ευρώ, με το αντίστοιχο ποσό για την ιδιωτική να φθάνει στα 6.451 ευρώ.

• Ως εκ τούτου, η αναλογία κόστους δημόσιας - ιδιωτικής μέσης ετήσιας δαπάνης ανά μαθητή για την περίοδο 2008-2011 είναι περίπου 70% ή 2.000 ευρώ ετησίως.

• Η διαφορά αυτή οφείλεται ως επί το πλείστον στις πρόσθετες παροχές των ιδιωτικών σχολείων και στα λειτουργικά τους έξοδα, όπως τα λειτουργικά έξοδα των σχολικών λεωφορείων (καύσιμα, συντήρηση, ασφάλιστρα, τέλη κυκλοφορίας, μισθοδοσία οδηγών και συνοδών, μισθώματα αγοράς λεωφορείων, κόστος ελέγχου από ΚΤΕΟ κ.λπ.), τα έξοδα σίτισης σε πολλά ημερήσια σχολεία, τα έξοδα συντήρησης των εγκαταστάσεων, των υποδομών (σε πολλά ιδιωτικά σχολεία λειτουργούν, για παράδειγμα, κλειστά κολυμβητήρια) και του ευρύτερου εξοπλισμού (μηχανολογικού, τεχνικού και τεχνολογικού). Εν γένει ο ανταγωνιστικός χαρακτήρας των ιδιωτικών σχολείων στρέφει πολλά από αυτά σε επενδυτικές επιλογές στο σχολείο που εμπλουτίζουν τις μαθητικές δραστηριότητες.

• Στις δαπάνες που αυξάνουν εν τέλει το συνολικό κατά κεφαλήν κόστος περιλαμβάνεται, επίσης, το χρηματοοικονομικό κόστος που συνεπάγεται ο δανεισμός στον οποίο καταφεύγουν πολλές φορές τα ιδιωτικά σχολεία για να χρηματοδοτήσουν δαπάνες ανέγερσης ή συντήρησης εγκαταστάσεων (π.χ. σχολικές αίθουσες, εργαστήρια, γυμναστήρια κ.λπ.).

Θέμα χορήγησης δημόσιας χρηματοδότησης

«Οι ίδιοι οι μαθητές είναι που κάνουν τη διαφορά για την ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου σε κάθε σχολείο», λέει η έκθεση του ΙΟΒΕ, τονίζοντας ουσιαστικά ότι πρέπει οι μαθητές να έχουν τη δυνατότητα επιλογής σχολείου: είτε δημόσιου είτε ιδιωτικού.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την έκθεση, διεθνώς, τα ιδιωτικά σχολεία προσελκύουν συχνά μαθητές υψηλών επιδόσεων, συγκεντρώνουν περισσότερους πόρους, έχουν μεγαλύτερη ευελιξία και αυτονομία στον σχεδιασμό των προγραμμάτων, την κατανομή των πόρων και την προώθηση της καινοτομίας. Μάλιστα, καθώς η καινοτομία συμβάλλει στο να μπορούν τα ιδιωτικά σχολεία να συναγωνίζονται για τους μαθητές που θα προσελκύσουν, παρέχεται έμμεσα και στα δημόσια σχολεία το κίνητρο να επαναπροσδιορίσουν τη θέση τους στην εκπαίδευση για να παραμείνουν ανταγωνιστικά.

Η έκθεση θέτει το ζήτημα της χορήγησης δημόσιας χρηματοδότησης στα ιδιωτικά σχολεία, στα οποία παράλληλα θα μπορούν να φοιτούν μαθητές από όλα τα κοινωνικο-οικονομικά στρώματα και όχι μόνο από τα υψηλότερα οικονομικά στρώματα που μπορούν να αντιμετωπίσουν το βάρος των διδάκτρων, όπως συμβαίνει τώρα. Η Ελλάδα έχει μηδενική κρατική χρηματοδότηση προς τα ιδιωτικά σχολεία, ενώ σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία και πρακτική, ένα μέρος των δαπανών για ιδιωτική εκπαίδευση καλύπτεται από δημόσιους πόρους. Χαρακτηριστικά, σε 26 από 29 χώρες του ΟΟΣΑ, καταγράφεται κρατική χρηματοδότηση προς τα ιδιωτικά σχολεία. Το ύψος της δημόσιας χρηματοδότησης διαφοροποιείται σημαντικά από χώρα σε χώρα, με τα μεγαλύτερα ποσοστά να καταγράφονται σε Σουηδία (99,6%), Φινλανδία (97,4%) και Ολλανδία (96,4%). Ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 57,6%.

Η χρηματοδότηση μπορεί να έχει διάφορες μορφές: να είναι άμεση ή έμμεση, προς το σχολείο ή/και τον μαθητή ή να δίνεται για την ανέγερση σχολικών εγκαταστάσεων, την κάλυψη της μισθοδοσία, των εργοδοτικών εισφορών, τη μετεκπαίδευσης εκπαιδευτικών, την αγορά βιβλίων και γραφικής ύλης, την παροχή γεύματος και υγειονομικής κάλυψης των μαθητών. Επίσης, μπορεί να γίνεται μέσω εκπτώσεων φόρων ή μη καταβολή ΦΠΑ που αφορά δίδακτρα σχολείων, καθώς και με παροχή εκπαιδευτικών κουπονιών (school vouchers).

Πηγή:  http://www.kathimerini.gr
Αναρτήθηκε από: ΔΗΜΗΤΡΑ ΜΥΛΩΝΑΚΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου